Άμεση δημοκρατία, μια απάτη του συστήματος.
Αν λάβουμε υπ’όψιν την παρούσα οπτική επί των πολιτικών και δη των πολιτειακών πραγμάτων θα δούμε πως η άποψη που τάσσεται υπέρ της συμμετοχής των πολιτών στις πολιτικές αποφάσεις κατηγοριοποιείται ως «αμεσοδημοκρατική». Στον αντίποδα αυτής είναι η συντηρητική άποψη της προσκόλλησης στον κοινοβουλευτισμό, ο οποίος αποκαλείται από τους φορείς και τους θιασώτες του ως «έμμεση» ή «αντιπροσωπευτική» δημοκρατία. Το παραπάνω θεωρητικό σχήμα ωστόσο ενέχει μία τεραστίων διαστάσεων πλάνη, ένα έντεχνο σόφισμα του καθεστώτος και αυτό είναι που θα επιχειρηθεί να καταδειχθεί στο παρόν άρθρο.
Το ολιγαρχικό καθεστώς που επικρατεί στην Ελλάδα αλλά και εν γένει στην δύση ως γνωστόν αυτοαποκαλείται δημοκρατικό. Είναι ακριβώς αυτή η διαστρέβλωση στην οποία βασίζει την νομιμοποίηση του στις συνειδήσεις των κοινωνιών – δεν θα μπορούσε άλλωστε να αξιώνει την επιβίωση του δια μακρόν αν αποκάλυπτε την πραγματική ολιγαρχική του φύση – και για αυτόν τον σκοπό έχουν επινοηθεί οι γνωστοί ευφάνταστοι προσδιορισμοί «άμεση, έμμεση, αντιπροσωπευτική» και ούτω καθεξής. Πρέπει, ωστόσο, να εξεταστεί αν και κατά πόσο αυτή η κατηγοριοποίηση υφίσταται όντως ή αν πρόκειται απλώς περί ενός σοφίσματος των καθεστώτων αυτών και των φορέων τους. Επιδέχεται λοιπόν η δημοκρατία επιθετικούς προσδιορισμούς; Μπορεί να υπάρξει «έμμεση» δημοκρατία;
Ως πολίτευμα, η δημοκρατία δεν θα μπορούσε να είναι ποτέ έμμεση, όπως ακριβώς δεν θα μπορούσε να υφίσταται έμμεση βασιλεία. Ένα πολίτευμα είτε είναι κάτι, είτε δεν είναι – όπως δεν θα μπορούσε να υπάρχει ένα έμμεσο κράτος έτσι δεν μπορεί να υπάρξει και ένα έμμεσο πολίτευμα. Μία απάντηση σε αυτό είναι το ότι ο προσδιορισμός «έμμεση» αφορά την κυριαρχία των πολιτών. Δημοκρατία είναι το πολίτευμα στο οποίο κυριαρχεί πολιτικά το σώμα των πολιτών. Εκλέγουν λοιπόν οι πολίτες «αντιπρόσωπους» και μέσω αυτών κυριαρχούν έμμεσα, επιλέγοντας αυτούς οι οποίοι θα αποφασίζουν για τα πολιτικά ζητήματα. Κάτι τέτοιο φυσικά είναι μία φενάκη, ένα σχήμα το οποίο δεν ευσταθεί ούτε στο θεωρητικό ούτε στο πρακτικό κομμάτι: Εκλέγοντας κάποιον ο οποίος θα αποφασίζει αντί για εσένα δίχως την θεσμική δυνατότητα ελέγχου του εκλεγμένου από τους εκλογείς και δίχως την θεσμική δυνατότητα παρέμβασης στις πολιτικές αποφάσεις συνεπάγεται κυριαρχία του εκλεγμένου, όχι του εκλογέα. Για να αναλυθεί περαιτέρω στο θεωρητικό πεδίο θα πρέπει να διασαφηνιστεί εδώ πως κυριαρχία είναι η δυνατότητα επιβολής της βούλησης του κυρίαρχου επί του αντικειμένου της κυριαρχίας. Κατά τούτο όταν δεν έχω την δυνατότητα να επιβάλλω την θέληση μου δεν κυριαρχώ, συνεπώς δεν μπορούμε να ισχυριστούμε πως το σώμα των πολιτών κυριαρχεί πολιτικά όταν δεν έχει την δυνατότητα να επιβάλλει την θέληση του επί των πολιτικών ζητημάτων. Η εκλογή κυβέρνησης άλλωστε δεν συνιστά κυριαρχία των πολιτών.Οι εκλογείς σε αυτή την περίπτωση βρίσκονται σε θέση υποτέλειας έχοντας μόνο να υπακούσουν στις αποφάσεις των αξιωματούχων που εξελέγησαν, ενώ οι εκλεγμένοι μπορούν να ενεργήσουν όπως αυτοί θέλουν είτε οι εκλογείς συμφωνούν με αυτές τις αποφάσεις είτε όχι , επομένως η «έμμεση» κυριαρχία των πολιτών είναι μία απάτη, ένα οξύμωρο σχήμα – δεν ευσταθεί και δεν υφίσταται. Είναι σαν να θεωρούμε έναν δούλο που του δίνεται η δυνατότητα να διαλέξει σε ποιόν αφέντη θα υπακούει ελεύθερο και κυρίαρχο στα της ζωής του. Φυσικά σε μία τέτοια περίπτωση ο εκάστοτε εκλεγμένος αφέντης θα επιβάλλει την βούληση του επί του δούλου ενώ εκείνος δεν έχει παρά να υπακούει στις αποφάσεις του πρώτου. Έτσι και στα της πολιτείας η εκλογή είναι απλώς εκλογή κυρίαρχου, δυνάστη για την κοινωνία ενόσω αυτή βρίσκεται σε θέση πολιτικής αδυναμίας και υποτέλειας.
Όπως προαναφέρθηκε κυρίαρχος πολιτικά είναι αυτός που έχει την δυνατότητα να επιβάλλει την βούληση του επί των πολιτικών ζητημάτων. Αν είναι ένας αυτός που αποφασίζει τότε το πολίτευμα είναι μοναρχικό, όταν είναι λίγοι, μία ή περισσότερες μικρές ομάδες, τότε το πολίτευμα είναι ολιγαρχικό, όταν πάλι είναι το σώμα των πολιτών ( ο δήμος ) τότε το πολίτευμα είναι δημοκρατικό, και όπως καταδείχθηκε παραπάνω αυτή η προϋπόθεση της δημοκρατίας δεν συντρέχει επί του παρόντος, συνεπώς δεν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε το πολίτευμα της Ελλάδας ως δημοκρατικό. Γίνεται επίσης σαφές το ότι εκλογές δεν συνεπάγονται και κυριαρχία για τους εκλογείς, συνεπώς δεν συνεπάγονται και δημοκρατία. Η περίφημη λοιπόν «έμμεση» ή «αντιπροσωπευτική» δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει στην πραγματικότητα, είναι μία κενή νοήματος και ουσίας έννοια. Κατά το προηγούμενο όμως δεν μπορεί να υπάρξει και άμεση δημοκρατία, μιάς και ο προσδιορισμός αυτός επινοήθηκε εξ αρχής για να την διαχωρήσει από την προαναφερθείσα «έμμεση». Από την στιγμή που τασσόμαστε υπέρ της «άμεσης» ή «αδιαμεσολάβητης» δημοκρατίας δηλώνουμε υπόρρητα πως υπάρχει και το αντίθετο της, η «έμμεση» ενώ εμείς προτιμούμε την πρώτη, σε τελική ανάλυση νομιμοποιούμε το παρόν καθεστώς ως δημοκρατικό ενώ κάτι τέτοιο δεν υφίσταται! Εφόσον όπως καταδείχθηκε η «έμμεση» δημοκρατία είναι ένας παραπλανητικός όρος που δεν έχει αντίκρισμα στην πραγματικότητα τότε πρέπει να παραδεχθούμε πως η δημοκρατία είναι μία και δεν επιδέχεται επιθετικών προσδιορισμών, είτε είναι είτε δεν είναι. Μπορεί φυσικά να πραγματωθεί υπό διάφορες μορφές, όπως μας αναφέρει και ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά» του, αρκεί πάντοτε να πληροί την θεμελιώδη αρχή της δημοκρατίας : Την πολιτική κυριαρχία του σώματος των πολιτών. Αν αυτή δεν υφίσταται τότε κάθε προσδιορισμός είναι μάταιος και ενίοτε δόλιος ενώ αν υφίσταται τότε ο προσδιορισμός είναι περιττός. Ως εκ τούτου συμπεραίνουμε πως ο όρος αυτός της «άμεσης» δημοκρατίας ακόμα και όταν εκφέρεται με τις καλύτερες των προθέσεων δεν κάνει τίποτα άλλο πρακτικά από το να εξυπηρετεί το βαφτισμένο σε δημοκρατία ολιγαρχικό καθεστώς δίνοντας του ένα δημοκρατικό άλλοθι, παίζοντας με τους όρους που αυτό έθεσε για να στρεβλώσει την έννοια της αληθινής δημοκρατίας στις συνειδήσεις των ατόμων. Είναι καιρός λοιπόν εμείς, ως κοινωνία να αφήσουμε πίσω τις πλάνες που μας έχουν φορτωθεί και να δημιουργήσουμε ένα νέο και πραγματικό εννοιολογικό πεδίο, μία νέα σε τελική ανάλυση πολιτική και πολιτειακή συνείδηση αφήνοντας πίσω μας τις μαύρες μέρες του κοινοβουλευτισμού και της κατάπτωσης για την χώρα μας και εμάς τους ίδιους.