Αρθρογραφία

Μου αρέσει

Πολιτική κυριαρχία, μία παρεξηγημένη έννοια.

Πολιτική κυριαρχία, μία παρεξηγημένη έννοια.

 

     Όπως πολλάκις έχει αναφερθεί, η δημοκρατία είναι το πολίτευμα στο οποίο κυριαρχεί πολιτικά το σώμα των πολιτών. Ωστόσο αν ο ορισμός καθεαυτός είναι εύκολος στην κατανόηση, τα προβλήματα ξεκινούν με την ξεδιάλυνση της έννοιας της πολιτικής κυριαρχίας την οποία ο δήμος, το σώμα των πολιτών, απολαμβάνει σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, η οποία έννοια είναι κεφαλαιώδης στην κατανόηση της δημοκρατίας ως πολίτευμα. Σε αυτό το άρθρο θα επιχειρηθεί η διαύγαση αυτής της έννοιας ώστε να έχουμε μία στέρεη συλλογιστική βάση όταν πραγματευόμαστε τα περί δημοκρατίας, ώστε να μην πέφτουμε στις πλάνες του καθεστώτος σε τελική ανάλυση.

    Κυριαρχία λοιπόν, το ιερό δισκοπότηρο της πολιτικής, αυτό για το οποίο μάχονται οι εμπλεκόμενοι με τα κοινά στον κοινοβουλευτισμό. Τι εστί όμως κυριαρχία; Κυριαρχώ σημαίνει πως κατέχω την ανώτατη εξουσία, πως έχω την δυνατότητα να επιβάλλω την βούληση μου. Για παράδειγμα, το κόμμα με τις λιγότερες έδρες δεν κυριαρχεί, συνεπώς δεν μπορεί να επιβάλλει την βούληση του στην βουλή, δηλαδή να καθορίσει το τι νομοσχέδια θα ψηφιστούν ενώ το κόμμα που κατέχει την πλειονότητα των εδρών κυριαρχεί, διότι με τις ψήφους του μπορεί να περάσει τον τάδε ή το δείνα νόμο, είτε το μικρό κόμμα συμφωνεί είτε διαφωνεί. Σε αυτή την περίπτωση αν εξετάσουμε την σχέση του πρώτου κόμματος σε σύγκριση με το μικρότερο ως προς την νομοθετική δυνατότητα θα διαπιστώσουμε πως το μεν πρώτο κυριαρχεί ενώ το άλλο κυριαρχείται, αναγκάζεται δηλαδή να δεχθεί την βούληση, τις αποφάσεις για τα νομοσχέδια του πρώτου κόμματος. Τι θα συμβεί λοιπόν αν αντιπαραβάλλουμε το πολιτικό σύστημα και τους πολίτες με μέτρο σύγκρισης τα πολιτικά ζητήματα εν γένει, την ίδια την πολιτική; Θα διαπιστώσουμε πολύ εύκολα πως σε αυτή την περίπτωση το πολιτικό σύστημα είναι που είναι κυρίαρχο, ενώ οι πολίτες οι κυριαρχόμενοι, απλούστατα διότι δεν έχουν θεσμικά την δυνατότητα να επιβάλλουν την βούληση τους επί των πολιτικών πραγμάτων παρά μένουν υποτελείς στις αποφάσεις των εκάστοτε εξουσιαστών. 

    *Το συνηθέστερο αντεπιχείρημα σε αυτό αφορά την εκλογή αυτών των εξουσιαστών, το οποίο όπως αναλύεται και σε άλλα άρθρα μας είναι έωλο, καθώς εκλογές δεν συνεπάγονται και κυριαρχία για τον εκλογέα. Εκλογές εντός του κοινοβουλευτισμού σημαίνει πως επιλέγουμε ως πολίτες – υπήκοοι κάποιον/ους ώστε να ενεργούν και να πολιτεύονται αντί για εμάς ( και όχι φυσικά σύμφωνα με εμάς, με την βούληση μας ), κατά συνέπεια συμβαίνει συχνότατα να ενεργούν αυτοί αναντίστοιχα με την βούληση των πολιτών έχοντας πρακτικά όπως προαναφέρθηκε την σχέση κυρίαρχων – κυριαρχούμενων. Αν λόγου χάριν για τα προσωπικά μας ζητήματα πρέπει κατ’ανάγκη να επιλέξουμε κάποιον λογιστή μεταξύ διαφόρων επιλογών, όμως αφότου τον επιλέξουμε μπορεί αυτός να ενεργήσει όπως θέλει για λογαριασμό μας χωρίς να μας ρωτήσει, χωρίς να δίνει λόγο σε εμάς και χωρίς την δυνατότητα να τον καταγγείλουμε τότε δεν κυριαρχούμε εμείς αλλά αυτός, ακόμα κι’αν αρχικά τον επιλέξαμε. Μπορεί τότε να μας βλάψει, να κάνει ατασθαλίες που θα μας ζημιώσουν, γενικά αν δεν ενεργεί σύμφωνα με τις δικές μας εντολές και λογοδοτώντας σε εμάς βρισκόμαστε υποτελείς στις αποφάσεις του και κυριολεκτικά βασιζόμαστε μόνο στην τύχη και ευχόμενοι σε μία ενδεχόμενη καλή του προαίρεση ώστε να μην ζημιωθούμε. Όπως βλέπουμε το αν επιλέξαμε ή όχι αυτόν τον λογιστή έχει ελάχιστη σημασία από την στιγμή που δεν μπορούμε να ελέγξουμε τις αποφάσεις και τις ενέργειες που μας αφορούν, αυτό ακριβώς συμβαίνει και με την περιβόητη «αντιπροσώπευση» του κοινοβουλευτισμού. Εκλέγουμε κατ’ουσίαν δυνάστες οι οποίοι δρουν όπως θέλουν ενώ εμείς ως πολίτες βρισκόμαστε σε θέση υποτελών, υπηκόων, απλώς εκτελούμε τις όποιες αποφάσεις τους είτε βλάπτουν εμάς και την πατρίδα μας είτε όχι. Πως λοιπόν θα ήμασταν εμείς, το σώμα των πολιτών κυρίαρχοι αντί για κυριαρχόμενοι όπως οφείλουμε σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα;

   Αν για να φύγουμε απ’την θέση των υποτελών και για να κυριαρχήσουμε επί των πολιτικών πραγμάτων πρέπει όπως προαναφέρθηκε να έχουμε την δυνατότητα να επιβάλλουμε την βούληση μας επί των πολιτικών ζητημάτων, αυτό θα συμβεί έχοντας τον τελευταίο και καθοριστικό λόγο στα πολιτικά ζητήματα. Αυτό σημαίνει πρακτικά πως πρέπει να μπορούμε θεσμικά είτε να αποφασίζουμε για κάθε ζήτημα που προκύπτει ( κάτι τέτοιο όμως θα ήταν υπέρμετρα πολύπλοκο και δυσχερές ώστε να πραγματοποιηθεί για την ώρα ) είτε απλούστατα να αφήσουμε την μικροδιαχείρηση στους αξιωματούχους της πολιτείας οι οποίοι όμως θα δρουν όχι ως «αντιπρόσωποι» αλλά ως εντεταλμένοι διαχειριστές, ως διαχειριστές δηλαδή των πολιτικών πραγμάτων κατ’εντολή μας ( το οποίο σημαίνει πως πρέπει να βρίσκονται ανά πάσα στιγμή υπό τον έλεγχο μας και την κρίση μας ), ενώ εμείς θα επεμβαίνουμε μόνο σε όσα ζητήματα θεωρούμε πως πρέπει να το κάνουμε έχοντας τον τελικό και καθοριστικό λόγο. Όπως άλλωστε αναφέρει και ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά» του ο πολίτης μίας δημοκρατίας είναι αυτός «που μετέχει κρίσεως και αρχής*», δηλαδή αυτός που αποφασίζει για τα ζητήματα και κρίνει τις όποιες αρχές. Όλα τα παραπάνω μπορούν φυσικά να πραγματωθούν με διάφορους τρόπους και μεθόδους, ωστόσο έχουμε καταδείξει ορισμένους οι οποίοι αναφέρονται και αναλύονται και αλλού στην ιστοσελίδα μας, μέσω των οποίων το σώμα των πολιτών μπορεί αφενός να ελέγχει το πολιτικό προσωπικό, να το προσάγει στην δικαιοσύνη αν παρανομεί και φυσικά να το καθαιρεί εφόσον δρα βλαπτικά για τους πολίτες και την χώρα, και αφετέρου να αποφασίζει για όσα πολιτικά ζητήματα κρίνει απαραίτητο ακυρώνοντας νόμους της βουλής, ψηφίζοντας νόμους και φυσικά έχοντας πάντα τον τελευταίο λόγο στις όποιες τροποποιήσεις του συντάγματος. Μία τέτοια πολιτειακή δομή προφανώς έχει στην θέση του κυρίαρχου πολιτικά το σώμα των πολιτών, συνεπώς μιλάμε για ένα πολίτευμα δημοκρατικό, ενώ επί του παρόντος οι αποκαλούμενοι πολίτες είναι στην πραγματικότητα υπήκοοι, υπακούν στις πολιτικές αποφάσεις των εκάστοτε εξουσιαστών δίχως να έχουν λόγο σε αυτές. 

   Καταλήγουμε συμπερασματικά στο ότι δεν μπορεί να υπάρξει κυριαρχία δίχως την δυνατότητα απόφασης για τα όποια ζητήματα. Επίσης η κυριαρχία δεν γίνεται να αντιπροσωπευτεί, αν μπει κάποιος μεσάζων μεταξύ του κυρίαρχου και του αντικειμένου της κυριαρχίας τότε ο πρώην κυρίαρχος μεταβάλλεται σε υποτελή στις αποφάσεις του μεσάζοντα αν ο τελευταίος δεν λειτουργεί υπό τον διαρκή έλεγχο και κατ’εντολή του πρώτου για τα ζητήματα τα οποία διαχειρίζεται. Επομένως το συχνά ακουγόμενο «ο κυρίαρχος λαός» πρέπει να εκλαμβάνεται μόνο ως δόλιο ευφυολόγημα ή χυδαία σοφιστεία του καθεστώτος η οποία δεν κάνει άλλο παρά να παραπλανεί την κοινωνία, δίνοντας της την αίσθηση του κυρίαρχου ενώ είναι καθ’όλα υποτελής, δίνοντας μία αίσθηση δημοκρατίας σε ένα πολίτευμα καθ’όλα ολιγαρχικό!

*Αριστοτέλους Πολιτικά, Βιβλίο Γ, 1275a

 

Previous Article

Αναθεώρηση συντάγματος, μία ήττα για την κοινωνία.

Next Article

Άμεση δημοκρατία, μία απάτη του συστήματος.

You might be interested in …

Σε προσκαλούμε να γίνεις μέρος της Δημοκρατικής Αναγέννησης της χώρας