Μία προσπάθεια για τέτοιου μεγέθους αλλαγή όπως αυτή του πολιτεύματος είναι επόμενο να βρει μπροστά της πολλές ερωτήσεις από ανθρώπους που είτε απορούν μπροστά στο νέο και άγνωστο, είτε ακόμα αντίκεινται και εχθρικά εμμένοντας στο παρόν σύστημα. Στο μέτρο λοιπόν που αυτός που εκφράζει τις απορίες του είναι καλοπροαίρετος και θέλει όντως να μάθει και να κατανοήσει περισσότερα για αυτή την προσπάθεια θα επιδιώξουμε και εμείς ως δίκτυο να δώσουμε κάποιες συνοπτικές απαντήσεις σε κάποια από τα πιο συχνά ερωτήματα που μας τίθενται. Περαιτέρω αναλύσεις και απαντήσεις δίνονται στα διάφορα άρθρα μας, στην βιβλιογραφία που προτείνουμε καθώς και στα διάφορα βίντεο τα οποία κοινοποιούμε.
Απαντήσεις σε ισχυρά τεχνητά πιστεύω της εποχής:
2. Το πολίτευμα μας είναι ήδη Δημοκρατικό
3. Δεν εφαρμόζεται η δημοκρατία που λέτε, στο σήμερα
4. Ο πολίτης δεν είναι ικανός να ξέρει το συμφέρον του
5. Χρειαζόμαστε έναν δυνατό ηγέτη!
6. Εσείς είστε πολιτικό κόμμα;
8. Γιατί και με ποιον τρόπο η δημοκρατία θα βελτιώσει την ποιότητα της ζωής μας;
- Μα εμείς τους ψηφίζουμε
Το γνωστό αυτό επιχείρημα χρησιμοποιείται συχνά για να φορτώσει τις ευθύνες του πολιτικού συστήματος στους πολίτες. Φυσικά είναι έωλο:
- Οι πολιτικοί λαμβάνουν την ψήφο των πολιτών, υποσχόμενοι να ακολουθήσουν συγκεκριμένες πολιτικές. Στην πραγματικότητα ακολουθούν τις αντίθετες, ασκούν πλημμελώς τα καθήκοντά τους, ή ακόμα πλουτίζουν ζημιώνοντας το Δημόσιο. Με την ίδια λογική του “εμείς τους ψηφίζουμε”, οποίος αθετεί τις συμφωνίες που υπογράφει, μπορεί να ισχυριστεί ότι φταίει ο αντισυμβαλλόμενος, γιατί επέλεξε να υπογράψει μαζί του συμφωνία.
- Η ψήφος νοθεύεται από τον θεσμό της ενισχυμένης αναλογικής. Όπως ορίζει ο ισχύων εκλογικός νόμος το πρώτο κόμμα, αν λάβει ποσοστό άνω του 25%, παίρνει “δώρο” εώς και 50 έδρες και έτσι μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση. Άρα, δεν έχει καν την υποστήριξη της πλειοψηφίας των πολιτών, που εν τέλει προσήλθαν στις κάλπες, ενώ παράλληλα οι πολίτες που απείχαν δεν έχουν τρόπο να εκφράσουν την απογοήτευση τους για το ισχύον πολιτικό σύστημα και την πρόθεση τους για ριζική επανεκκίνηση του, κάτι το οποίο ενδεικτικά θα μπορούσε να εκφραστεί μέσω της λευκής ψήφου.
- Οι επιλογές υποψηφίων/κομμάτων στην εθνικές εκλογές είναι στενά περιορισμένη από το γεγονός ότι για να ακουστεί το μήνυμα ενός οποιουδήποτε κόμματος χρειάζεται σημαντικούς οικονομικούς πόρους ή/και “πρόσβαση¨ σε μεγάλα ΜΜΕ. Ο πολίτης μπορεί να επιλέξει μόνο μεταξύ επιλογών που πληρούν αυτές τις προυποθέσεις, δηλαδή που έχουν την υποστήριξη οικονομικών παραγόντων ή παραγόντων των ΜΜΕ.
- Στην πραγματικότητα οι εκλογές αποτελούν ένα ελεγχόμενο παιχνίδι για να νομίζουν οι πολίτες ότι ασκούν εξουσία. Στην πραγματικότητα εκλέγουν μεταξύ “κατασκευασμένων” υποψηφίων, ηγεσίες στις οποίες δεν έχουν κανένα έλεγχο μετά τις εκλογές, ενώ παράλληλα δεν έχουν θεσμικά την επιλογή της αποδοκιμασίας του ισχύοντος πολιτικού συστήματος με σκοπό την εξέλιξη του.
- Για όσο συνεχίζει να υφίσταται αυτή η σύγχυση όσον αφορά το πολίτευμά μας είναι επόμενο η κοινωνία κατά ένα ποσοστό να συμμετέχει στις εκλογές, μιάς και αυτό είναι το μόνο μέτρο που γνωρίζει για να εκφραστεί πολιτικά, κατ’ επέκταση και το μόνο μέσο με το οποίο θεωρεί πως μπορεί να αλλάξει κάτι. Φυσικά αυτός ο συλλογισμός είναι εσφαλμένος, αλλά μέχρι να μεταστραφεί η συνείδηση της κοινωνίας και να εννοήσει την πραγματική δημοκρατία και τις δυνατότητές της, δεν μπορούμε να την κατηγορήσουμε για την συμμετοχή στις εκλογές, ειδικά δε όταν εξ απαλών ονύχων οι άνθρωποι διαμορφώνουν την σκέψη τους σε αυτό το περιβάλλον από το σχολείο, τους θεσμούς, τα Μ.Μ.Ε., την καθεστωτική διανόηση και ούτω καθεξής. Αλλά και πέραν τούτου πάλι δεν μπορεί να τεκμηριωθεί το «εμείς τους ψηφίζουμε». Γιατί αυτό; Στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του 2023 ο νικητής έλαβε ποσοστό περίπου 21% επί του συνολικού αριθμού των εγγεγραμμένων. Αντίστοιχα το 2019 το ποσοστό ήταν 22,5% περίπου, το 2015 21,5% περίπου για τα δύο κόμματα μαζί (ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ) ενώ το 2012 29,8% για τα τρία κόμματα της τότε κυβέρνησης (ΝΔ,ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ). Αυτό μας δείχνει ότι οι κυβερνήσεις στην χώρα μας σχηματίζονται με πραγματική αποδοχή των 2 στους 10. Το μεγαλύτερο «κόμμα» αν μη τι άλλο είναι οι απέχοντες, άνθρωποι που κατά μεγάλο ποσοστό είναι απελπισμένοι, απογοητευμένοι και αηδιασμένοι από το παρόν μας σύστημα και επιλέγουν – μη διαβλέποντας κάποια σοβαρή εναλλακτική – να μην έχουν τίποτα να κάνουν με την νομιμοποίησή του δια της ψήφου. Αν κατανοήσουν ουσιαστικά οι πολίτες πως ζουν σε ένα πολίτευμα ολωσδιόλου ολιγαρχικό θα θελήσουν να γευτούν την πολιτική ελευθερία που μόνο η δημοκρατία μπορεί να τους πορίσει!
- Το πολίτευμα μας είναι ήδη Δημοκρατικό
Το πολίτευμα μας δεν μπορεί να είναι δημοκρατικό γιατί δεν υφίσταται σε αυτό η βασική αρχή της δημοκρατίας, η οποία είναι η κυριαρχία του σώματος των πολιτών επί των πολιτικών αποφάσεων και προσώπων. Το σώμα των πολιτών κυριαρχεί μόνο όταν ( κατ’ ελάχιστον ) ελέγχει τους αξιωματούχους της πολιτείας και έχει τον τελικό και καθοριστικό λόγο όταν το επιθυμεί σε όποια πολιτική απόφαση, νομοθέτημα και ούτω καθεξής. Αντ’ αυτού η κοινωνία παραμένει υπόδουλη στις πολιτικές αποφάσεις που διάφοροι «πολιτικοί» ( εκλεγμένοι ή μη ) λαμβάνουν για αυτή άνευ της γνώμης της, δίχως φυσικά να έχει ούτε αυτή την προαναφερθείσα ελάχιστη πολιτική δυνατότητα του ελέγχου και της ανάκλησης αυτών, ως εκ τούτου το πολίτευμα μας ενώ παρουσιάζεται ως κοινοβουλευτική Δημοκρατία, στην πραγματικότητα είναι μία καθαρή ολιγαρχία.
Πιο αναλυτικά δείτε εδώ.
- Δεν εφαρμόζεται η δημοκρατία που λέτε, στο σήμερα
Δημοκρατία δεν σημαίνει απαραίτητα μικροδιαχείρηση των πάντων από το σώμα των πολιτών, ούτε δημοκρατία μπορεί να υπάρξει μόνο υπό το πρότυπο της δημοκρατίας των Αθηναίων. Αν μη τι άλλο είναι ανάγκη πλέον να λάβουμε υπόψιν στον τομέα της εφαρμοσιμότητας τα σύγχρονα δεδομένα και εξελίξεις, την τιτάνια εξέλιξη της τεχνολογίας και των επικοινωνιών. Πράγματι με τα σύγχρονα ψηφιακά μέσα το καθαρά τεχνικό κομμάτι είναι ίσως το ευκολότερο σε έναν δημοκρατικό μετασχηματισμό της χώρας. Απλά χάριν παραδείγματος ας αναφερθεί μία πιθανή εφαρμογή της τεχνολογίας στην υπηρεσία της δημοκρατίας σήμερα: Για διαδικασία ακύρωσης ενός νόμου (αρνησικυρία ή αλλιώς βέτο με τον οποίο οι πολίτες δεν συμφωνούν μπορεί κάλλιστα να δημιουργηθεί ένα διευθετήριο (πλατφόρμα) εντός του οποίου, και με ταυτοποίηση οι πολίτες, θα μπαίνουν και θα συλλέγουν υπογραφές για να τεθεί το ζήτημα σε δημοψήφισμα ή όχι. Είναι πλέον αδιανόητο να μιλάμε για ψηφιακή εφορία, δημόσιες υπηρεσίες εν γένει, τραπεζικές συναλλαγές και ούτω καθεξής, αλλά να θεωρούμε ουτοπικό να πάρουμε αυτήν την δυνατότητα και να την εφαρμόσουμε για να επαναφέρουμε την δημοκρατία.
Κατά τον χρυσό αιώνα, η Αθήνα είχε 40.000 ανθρώπους που είχαν πολιτικά δικαιώματα. Εξίσου δύσκολο ήταν να συμμετέχουν και τότε αλλά δεν τους πτόησε. Αν με τα μέσα της εποχής μπορούσε ο κάθε πολίτης στην Αττική είτε έμενε στην Αθήνα είτε έμενε στον Μαραθώνα, μπορούμε και εμείς στην εποχή μας. Με τα μέσα της τότε εποχής (με πάπυρο, όστρακα, κλεψύδρες κτλ) δημιούργησαν δημοκρατικότατους θεσμούς (Βουλή, Εκκλησία του Δήμου, Δικαστήρια, Στρατό κτλ) που διοικούσαν μια αυτοκρατορία (η Αθήνα στο ¨χρυσό αιώνα” είχε ουσιαστικά κυριαρχία σε μεγάλο μέρος της Ελλάδας και στα παράλια της Μικράς Ασίας). Σήμερα με υπερυπολογιστές μπορούμε να κάνουμε το ίδιο με πολύ καλύτερα αποτελέσματα, αν το αποφασίσουμε.
- Ο πολίτης δεν είναι ικανός να ξέρει το συμφέρον του
Δεν υπάρχει και ούτε μπορεί να υπάρξει εξ’ ορισμού κανείς που να γνωρίζει αφενός μεν τα προβλήματα και αφετέρου δε το συμφέρον της κοινωνίας καλύτερα από την ίδια την κοινωνία. Αυτό συμβαίνει διότι, στην μεν πρώτη περίπτωση είναι η ίδια η κοινωνία που βιώνει τα συγκεκριμένα προβλήματα, άρα τα γνωρίζει όχι απλά θεωρητικά, αλλά και πρακτικά. Στη δεύτερη τώρα περίπτωση, δεν πρέπει να ξεχνάμε το γεγονός πως η κοινωνία είναι ένα σύνολο ατόμων, ως εκ τούτου (και όπως αναφέρει και ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά» του) οι αρετές των επί μέρους ατόμων προστίθενται σχηματίζοντας ένα πολιτικό σώμα (δήμος) και έτσι, ενώ κάποιος «ειδικός» μπορεί ατόμικα να υπερτερεί από τον τάδε ή τον δείνα, συγκριτικά με το σύνολο της κοινωνίας υστερεί. Έπειτα η κοινωνία ως άλλο σώμα, ως άλλος οργανισμός διαθέτει το ένστικτο της (συλλογικής) επιβίωσής της, ως εκ τούτου η μέριμνα της θα στραφεί προς αυτή την κατεύθυνση. Ας αναφερθεί ως παράδειγμα: Για μπορέσει να συνεχίζει να υπάρχει κοινωνία πρέπει τα μέλη της να τεκνοποιούν. Ένας «ειδικός» της πολιτικής τώρα μπορεί (όπως και έχει γίνει) να φορολογήσει τα παιδιά και γενικά να δυσχεράνει την ανατροφή τους αποτρέποντας πολλούς από την τεκνοποίηση και δυσχεραίνοντας την δημογραφική ύπαρξη της κοινωνίας, αλλά αν αποφάσιζαν για αυτό οι πολίτες, είναι απολύτως βέβαιο πως όλες αυτές οι επιβαρύνσεις δεν θα υπήρχαν, και μάλιστα κατά πάσα πιθανότητα θα ερευνούνταν μέθοδοι, ώστε να διευκολυνθεί αυτό το ζήτημα!
Βέβαια όλο αυτό το ζήτημα περί της καταλληλότητας πολιτών και «ειδικών» να λαμβάνουν πολιτικές αποφάσεις δεν χρειάζεται καν θεωρητικών αναλύσεων, μιας και την απάντηση και την απόδειξη μας την παρέχει η ίδια η πραγματικότητα: Το ότι το χρέος μας βρίσκεται σε δυσθεώρητα ύψη, το ότι η οικονομία μας παραπαίει, το ότι οι νέοι δεν γεννούν παιδιά, ενώ πολλοί εξ αυτών καταφεύγουν στο εξωτερικό, το ότι η δυσαρέσκεια είναι εξαπλωμένη σχεδόν παντού, το ότι η ανομία, η παραβατικότητα, το οργανωμένο έγκλημα (κυρίως μεταξύ των πολιτικών και των εχόντων εξουσία) θάλλουν και βασιλεύουν και πολλά άλλα δεινά, είναι ακριβώς το έργο των «ειδικών» πολιτικών και των συν αυτοίς, αποδεικνύοντας μία για πάντα την χρεοκοπία ενός τέτοιου επιχειρήματος.
- Χρειαζόμαστε έναν δυνατό ηγέτη!
Γενικά το πολίτευμα της δημοκρατίας δεν είναι, στο ελάχιστο, προσωποκεντρικό καθώς το πολίτευμα είναι ιδέα, θεσμός, είναι άφθαρτο στο χρόνο και λειτουργεί σαν μηχανισμός, ο κάθε άνθρωπος είναι φύση αδύνατο να είναι άφθαρτος. Το πολίτευμα προϋπάρχει και συνεχίζει να υπάρχει πριν και μετά τη γέννηση οποιουδήποτε φυσικού προσώπου, δεν εξαρτάται η εφαρμογή της από πρόσωπα θνητά.
Φυσικά, η ύπαρξη δημοκρατίας δεν αποκλείει εξ ορισμού την ύπαρξη ενός ηγέτη, μάλιστα μόνο το δημοκρατικό πολίτευμα παρέχει και το απαραίτητο έδαφος για τη γέννηση σπουδαίων ηγετών, καθώς παιδαγωγεί τους πολίτες από μικρή ηλικία να ασχολούνται με τα κοινά και να διαπνέονται από αρετές συλλογικότητας και ενότητας.
Στη δημοκρατία των Αθηναίων φερειπείν ο Θεμιστοκλής ή ο Περικλής μεταξύ άλλων υπήρξαν σπουδαίοι ηγέτες. Η ειδοποιός διαφορά όμως της δημοκρατίας είναι πως ο όποιος ηγέτης είναι αυτό ακριβώς – δηλαδή ηγέτης – και όχι δυνάστης, δεν μπορεί δηλαδή να κάνει ό,τι θέλει ανεξέλεγκτος σαν άλλος τύραννος, μιάς και κυρίαρχος είναι ο δήμος! Τίποτα και κανείς δεν μας εγγυάται πως ένα μεμονωμένο άτομο, όσες αρετές και να διαθέτει, δεν θα εκτραπεί στο μέλλον, δεν θα λάβει αποφάσεις βλαπτικές ή αντίθετα της βούλησης της κοινωνίας, δεν θα εκβιαστεί και δεν θα διαφθαρεί. Σαν πολίτες είναι ανάγκη να είμαστε προετοιμασμένοι και διασφαλισμένοι για ένα τέτοιο ενδεχόμενο και αυτό μπορεί να συμβεί μόνο εντός ενός πλαισίου δημοκρατίας, το οποίο θα μας δώσει την δυνατότητα και να έχουμε υπό τον διαρκή μας έλεγχο τον εν λόγω αξιωματούχο τον οποίο θα ανακαλούμε αν χρειαστεί και να επεμβαίνουμε στις όποιες πολιτικές αποφάσεις θεωρούμε πως πρέπει να αποφασίσουμε εμείς σε τελικό στάδιο. Είναι επίσης πολύ ενδιαφέρον ότι ακριβώς ο έλεγχος των ηγετών από τους πολίτες σε Δημοκρατικό πολίτευμα βοηθά να αναδειχθούν κατά πολύ ικανότεροι ηγέτες από ότι σε ένα ολιγαρχικό (μια ιστορική σύγκριση στην περίπτωση της Ελλάδας, αναδεικνύει χαώδη διαφορά).
- Εσείς είστε πολιτικό κόμμα;
Το δίκτυο επαναφοράς της δημοκρατίας δεν είναι πολιτικό κόμμα. Ως απλοί πολίτες είμαστε κατά της κομματοκρατίας και επιδιώκουμε την αλλαγή του πολιτεύματος της Ελλάδας από κοινοβουλευτισμό (ολιγαρχία) σε δημοκρατία, ως εκ τούτου είναι θεμελιακή μας αρχή η αποφυγή συγχρωτισμού με τα κόμματα και εν γένει τους φορείς της ολιγαρχίας. Λόγω αυτών δεν πολιτικολογούμε – αντ’ αυτού μιλάμε για το πολιτειακό ζήτημα μόνο – δεν ζητούμε την ψήφο κανενός, δεν κάνουμε προεκλογικές εκστρατείες, δεν διακηρύσσουμε το πολιτικό μας πρόγραμμα, δεν λαϊκίζουμε και δεν δημαγωγούμε για να κερδίσουμε την εύνοια ψηφοφόρων. Η προσπάθειά μας εστιάζει στην ενημέρωση των πολιτών, στο ξεκαθάρισμα των εννοιών περί δημοκρατίας και κοινοβουλευτισμού, στην μεταστροφή της πολιτικής συνείδησης και στην παρότρυνση για δράση.
- Δεξιοί ή αριστεροί;
Οι εκάστοτε ιδεολογίες είτε εξυπηρετούν το εκάστοτε σύστημα είτε το αντιμάχονται. Ο διαχωρισμός αυτός σε αριστερούς – δεξιούς τοποθετείται εντός των ολιγαρχικών καθεστώτων, δημιουργήθηκε και σχηματοποιήθηκε εντός αυτών, δρα εντός των πλαισίων αυτών, δεν τα αμφισβητεί ποτέ και φυσικά επιτρέπει με τον διχασμό των κοινωνιών στα καθεστώτα αυτά να συνεχίσουν να υφίστανται. Αντίθετα η δημοκρατία βασίζεται στο σώμα των πολιτών, τον λεγόμενο δήμο. Για να μπορέσει αυτός να υπάρξει πρέπει να υπάρξει πρώτα μία συνοχή εντός της κοινωνίας και βούληση για από κοινού συμμετοχή στην λήψη των αποφάσεων που μας αφορούν όλους εξ ίσου. Μία κοινωνία διχασμένη και διασπασμένη δεν δύναται να σχηματίσει δήμο, ως εκ τούτου δεν μπορεί να υπάρξει δημοκρατία, και αυτό ακριβώς το (παρ)έργο επιτελεί αυτός ο ιδεολογικός διαχωρισμός των ανθρώπων σε αριστερούς – δεξιούς. Επομένως όχι μόνο δεν τοποθετούμαστε εντός αυτού του φαύλου δίπολου αλλά στεκόμαστε και επιθετικά εναντίον και των δύο, εναντίον του ίδιου του διαχωρισμού και της διχόνοιας των πολιτών για να εξυπηρετούνται τα συμφέροντα των εκάστοτε ολίγων και για να συνεχίσει να υπάρχει η ολιγαρχία που μαστίζει την ανθρωπότητα και την πατρίδα μας.
Τέλος, η εκάστοτε ιδεολογία είναι ανθρώπινο δημιούργημα. Αυτό σημαίνει πως δεν μπορεί να είναι τέλεια, αφού ο ίδιος ο άνθρωπος δεν είναι. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν πως δεν γίνεται να εξυπηρετηθεί ένας σκοπός από μία μόνο ιδεολογία. Άρα λοιπόν, ακόμα και αν είχε νόημα η παρωχημένη θεώρηση αριστερός ή δεξιός, ένας πολίτης που θέλει το καλό της χώρας του και μόνο, δεν θα περιοριστεί και αντ’ αυτού θα επιλέξει στοιχεία από όποια μεριά θα φανεί χρήσιμη.
- Γιατί και με ποιον τρόπο η δημοκρατία θα βελτιώσει την ποιότητα της ζωής μας;
Η ανθρωπότητα οργανώθηκε και ζει σε κοινωνίες. Αυτό είναι ένα δεδομένο πέραν πάσης αμφισβητήσεως. Με αυτό κατά νου λοιπόν, γίνεται προφανές πως είναι προς το συμφέρον κάθε μέλους μιας κοινωνίας αυτή να ευημερήσει. Πράγματι, ποιός από εμάς δεν θα ήθελε να ζει σε μία κοινωνία που ακμάζει και ευημερεί; Κάτι τέτοιο φυσικά προς το παρόν δεν συμβαίνει επ’ ουδενί και διατεινόμαστε πως συντελεί σε αυτό τα μέγιστα και το ολιγαρχικό πολίτευμα μας. “Και η δημοκρατία θα άλλαζε αυτό το σκηνικό;” θα ρωτούσε κάποιος εύλογα. Σε ένα τέτοιο ερώτημα πρέπει μάλλον να ακολουθήσει μία εκτενής ανάλυση, αλλά χάριν του παρόντος άρθρου η απάντηση θα περιοριστεί στα βασικά σημεία λόγω συνοπτικότητας.
Η δημοκρατία ως πολίτευμα έχει κάποια εγγενή χαρακτηριστικά, τα οποία μπορούν δυνητικά να συνεισφέρουν τα μέγιστα σε μία τέτοια προσπάθεια ανασυγκρότησης και επανόδου της χώρας μας. Κατ’αρχάς, ας αναφερθεί το γεγονός πως ο κοινοβουλευτισμός και σε παγκόσμια κλίμακα, αλλά ιδίως στην Ελλάδα έχει εξαντλήσει τις δυνατότητες του, έχει τρόπον τινά “γεράσει” και εντός αυτού του συστήματος επικρατεί πλέον η απογοήτευση, η απελπισία, η απροθυμία ανάμεσα στους πολίτες – ή ακόμα χειρότερα ο διχασμός και η έχθρα, δεν έχει εν ολίγοις κάτι άλλο να δώσει. Όταν λοιπόν οι κοινωνίες βρίσκονται κολλημένες σε τέτοια “βαλτοτόπια”, δεν μπορούν να βγουν συνεχίζοντας στα ίδια παλιά μοτίβα και πρακτικές. Αντιθέτως, ένα νέο σύστημα, ένα νέο περιβάλλον πολιτικής ύπαρξης και δράσης (αν και εφόσον αυτό δεν είναι φαύλο, όπως λχ μία τυραννία) δίνει αυτομάτως νέες δυνατότητες και προοπτικές στην κοινωνία ξυπνώντας την από τον “λήθαργο”, επαναφέροντας τη ζωτικότητα της και τις δημιουργικές ικανότητες της. Ας αναλογιστούμε για παράδειγμα τον πολίτη που από ένα καθεστώς πολιτικής αδυναμίας και υποδούλωσης στις ορέξεις της εκάστοτε κυβέρνησης μπορεί πλέον να έχει λόγο στις αποφάσεις που λαμβάνονται για τον ίδιο και την πολιτεία του, αλλά και έχει πλέον την δυνατότητα να ελέγχει τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύονται οι αρχές. Μία τέτοια νέα πραγματικότητα είναι προφανές πως θα εμπνεύσει στον εκάστοτε πολίτη και την κοινωνία εν γένει ένα καθεστώς αισιοδοξίας και θέλησης να συμμετέχει στα εκάστοτε ζητήματα που την αφορούν. Αλλά και οι διχόνοιες θα ελαττωθούν, μιάς και αυτές υποθάλπονται και προωθούνται σε μεγάλο βαθμό από το παρόν καθεστώς (όλα τούτα τα ιδεολογήματα και οι διχαστικές παρατάξεις αριστερών – δεξιών γεννήθηκαν και ανδρώθηκαν σε ολιγαρχικά καθεστώτα), ώστε να βρίσκεται η κοινωνία σε εχθρικό κλίμα, διευκολύνοντας το εξουσιαστικό έργο των εκάστοτε εξουσιαστών. Αυτό δεν είναι κάτι νέο, τα τεχνάσματα τούτα έχουν παρατηρηθεί ήδη από τον Αριστοτέλη*. Οι όποιες διαφωνίες σε περιβάλλον δημοκρατίας περιορίζονται στις θέσεις των πολιτών για τα όποια κάθε φορά ζητήματα προκύπτουν. Έτσι έχουμε πολίτες που στο Α ζήτημα διαφωνούσαν να συμφωνούν σε ένα άλλο ζήτημα και ούτω καθεξής, αφήνοντας στην άκρη τον δογματισμό και την μισαλλοδοξία των τωρινών κομματικών παρατάξεων και των υποστηρικτών τους. Ακόμα κι αν αφήσουμε στην άκρη όλα αυτά και επικεντρωθούμε στα καθαρά υλικοτεχνικά ζητήματα, θα δούμε πως με αυτή την αλλαγή ξεκλειδώνονται δυνατότητες που πριν ήταν ανεξερεύνητες και αναξιοποίητες. Άνθρωποι με τις κατάλληλες γνώσεις ή/και ιδέες που στις προσπάθειες τους να δημιουργήσουν κάτι για την Ελλάδα βρίσκουν τοίχο στην γραφειοκρατία και το υδροκέφαλο κράτος μας στο παρόν, εφόσον δεν είναι “του συστήματος-κομματος”, θα μπορέσουν σε ένα περιβάλλον δημοκρατίας να προωθήσουν τις προτάσεις τους απευθείας στους ίδιους τους πολίτες και έτσι η πολιτεία θα αξιοποιήσει στο μέγιστο τις δυνατότητες των πολιτών της. Αυτοί που έχουν μία πολύ καλή πρόταση για ένα πολιτικό ζήτημα, σήμερα περιορίζονται στο να τα συζητάνε σε έναν κλειστό κύκλο φίλων ή σε κάποια διάλεξη σε ένα μικρό ακροατήριο, ενώ με δημοκρατία θα έχουν πλέον την δυνατότητα να κοινωνήσουν την πρόταση τους στο ευρύ κοινό μέσω της νομοθετικής πρωτοβουλίας πολιτών, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα την ύπαρξη πληθώρας ιδεών για την καλυτέρευση της χώρας μας και ως εκ τούτου την ύπαρξη ευρύτερου και αξιότερου σχεδιού πολιτεύσεως – μία πολιτεία εν τέλει που αξιοποιεί δυνητικά όλο το δυναμικό της και δεν το καταπνίγει λόγων των εκάστοτε συμφερόντων, είτε κομματικών, είτε ιδεολογικών είτε ακόμα και εξωγενών και ξένων δυνάμεων.
Τέλος, ας αναφερθεί και η επανένωση πολιτείας και πολιτών (εκεί που σήμερα είναι δύο διαχωρισμένες έννοιες και η πρώτη κυριαρχεί και εξουσιάζει επί της δεύτερης) με ό,τι αυτό συνεπάγεται, δηλαδή την δόμηση μιας πολιτείας που με όλα τα όργανα και τις υπηρεσίες της εξυπηρετεί και δεν στέκεται αντίπερα του πολίτη, που επικρατεί πραγματική αξιοκρατία και λειτουργικοί θεσμοί και που η ίδια η κοινωνία εποπτεύει και διασφαλίζει όλα τα παραπάνω, αντί να επαφίεται στη βούληση ή την (αν)ικανότητα των όποιων εξουσιαστών και όλων των υφιστάμενων τους, με την επανένωση αυτή να έχει και ένα άλλο θετικό το οποίο θα φαινόταν μάλλον εφιαλτικό στην σκέψη το όποιου συστημικού και ολιγαρχικού: Την πρακτική παιδεία των πολιτών, την διαδικασία επιμόρφωσης μέσω της καθημερινότητας και της συμμετοχής στα τεκταινόμενα με ό,τι αυτό συνεπάγεται, τη δημιουργία δηλαδή ενός προτύπου πολίτη ο οποίος ενδιαφέρεται για τα κοινά ζητήματα, αντί να ιδιωτεύει, που επιδιώκει να ενημερώνεται, να καταρτίζεται και να σκέφτεται λύσεις, ένας πολίτης εν τέλει που αναπτύσσει μέσω αυτής της διαδικασίας ουσιαστικό δεσμό με την πολιτεία του, αντί να την αντιμάχεται και που λόγω όλων αυτών αναπτύσσει με τον καιρό τις αρετές και την πολιτική παιδεία του. Όλα τα παραπάνω δεν μπορούν να υπάρξουν εντός του κοινοβουλευτισμού και μάλλον, αν δεν επαναδημιουργήσουμε τη δημοκρατία, πρέπει να περιμένουμε το παρόν να αναπαράγεται και στο μέλλον βυθίζοντας μας όλο και πιο βαθιά στο τέλμα που έχουμε βρεθεί.
9) Η δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη
Δυστυχώς πολλοι συμπολίτες μας δεν γνωρίζουν ότι σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 5 του ισχύοντος Συντάγματος η εκάστοτε κυβέρνηση διορίζει την Ανώτατη Δικαστική εξουσία καθιστώντας την με αυτόν τον τρόπο υποχείριο της .
Με λίγα λόγια η δικαιοσύνη όχι απλά δεν λειτουργεί ανεξάρτητα ελέγχοντας την εκτελεστική εξουσία και διαφυλάσοντας την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος, αλλά κινδυνεύει να εξελιχθεί σε “πλυντήριο” πολιτικών εγκλημάτων και καταπάτησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μια δικαιοσύνη που έχει δεμένα με “συστημικές χειροπέδες” τα χέρια της θα κάνει τα στραβά μάτια σε αντισυνταγματικες παρεμβάσεις, σε ζημιογόνες για το κράτος συμβάσεις, σε πράξεις εθνικής μειοδοσίας, σε χρηματισμό αξιωματούχων ακόμη και στα πιο φρικτά εγκλήματα, αρκεί ο ένοχος να έχει πολιτική προστασία. Δεν θα μπορούσε να είναι άλλωστε αλλιώς, εφόσον οι δύο εξουσίες διαπλέκονται, παρά το να προστατεύει η μια την άλλην εις βάρος της ισονομίας, της αξιοκρατίας, του δικαίου και εν τέλει εις βάρος της ίδιας της κοινωνίας και του Κοινού Συμφέροντος.
Αποτελεί θέμα ύψιστης σημασίας για μια πολιτεία που θέλει να προοδεύσει και να ευημερήσει οι αξιωματούχοι της Δικαστικής Εξουσίας να εκλέγονται από το Δικαστικό Σώμα το οποίο αποτελεί την μόνη αρμόδια αρχή για να κρίνει και να αξιολογήσει τα μέλη του, ενώ επίσης είναι σημαντικό σε δικαστικές υποθέσεις μείζονος εθνικής σημασίας, όπου εκτός της νομιμότητας επαφίενται και στο κοινό περί δικαίου αίσθημα, να συμμετέχουν κληρωτοί πολίτες ως ένορκοι.